Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ: O ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ


ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ: O ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΥΛΗΣ: ΒΗΧΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤHΣ

Ο Ερνέστο Τσέ Γκεβάρα δεν είναι καθόλου ένας ηθικολόγος ονειροπόλος, ένας ουτοπιστής ξεκομένος από την πραγματικότητα. Το ανθρώπινο και αδελφικό ιδανικό του (που το εξετάσαμε ήδη στα προηγούμενα άρθρα μας) για μια αυθεντική κομμουνιστική κοινωνία συνοδεύεται από μια ανάλυση διαυγή, συγκεκριμένη και ρεαλιστική της οικονομικο-κοινωνικής πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης της Λατινικής Αμερικής (και των άλλων ηπείρων υπό την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση). Η άκαμπτη προσήλωσή του και δίχως συμβιβασμούς στη μέθοδο της ένοπλης πάλης απορρέσει ακριβώς έξω από αυτή την ανάλυση. Η νέα κοινωνία δεν μπορεί να ξεπηδήσει παρά επάνω στα ερείπια του παλιού κόσμου, του κόσμου της αδικίας και της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και του ψεύδους, του κόσμου των στρατηγών και των τραπεζιτών, των λατιφουντιστών και των αστυνομικών, της CIA και της Unitend Fruit.

Η επαναστατική κοινωνιολογία του Τσέ αποτελεί ριζικό νεωτερισμό, σε σχέση προς τις ηγεμονικές αντιλήψεις του 1935 ώς το 1959 στους κόλπους της μαρξιστικής αριστεράς στη Λατινική Αμερική. (Συνδέεται, αντίθετα κατά τι με την πρώτη περίοδο του λατινο-αμερικάνικου μαρξισμού, την περίοδο των "μεγάλων προγόνων": Μέλλα, Πόνσε, Μαριατέγκη). Η ιστορία των κομμουνιστικών λατινο-αμερικάνικων κομμάτων σ΄ αυτήν την περίοδο, είναι ιστορία συνεχών αποτυχιών, παρά την αφοσίωση, το θάρρος, το πνεύμα αυτοθυσίας πολυάριθμων γενεών αγωνιστών. Δεν υπάρχει αμφιβολία πώς ένας από τους λόγους αυτής της "μόνιμης αποτυχίας" είναι η λανθασμένη αντίληψη ότι τα κόμματα αυτά ακολουθούσαν επαναστατικό προτσές, αντίληψη που στηριζόταν στη μενσεβικο-σταλινική θεωρία της "κατά σταθμούς επανάστασης". Με μικρές πάνω - κάτω παραλλαγές (τοπικές ή προσωρινές), το ακόλουθο σχήμα κυριαρχούσε ρητά ή σιωπηρά στη βάση της στρατηγικής των λατινο-αμερικάνικων κομμάτων από το 1935 ώς τις ημέρες μας και όλως ιδιαιτέρως μετά το 1955:

1. Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής είναι χώρες με υπανάπτυκτη οικονομία, ημιφεουδαλική, εξουσιαζόμενη από τον ιμπεριαλισμό, η κύρια αντίθεση είναι η μεταξύ έθνους και ξένου κεφαλαίου (και των εσωτερικών συνεταίρων του.) Αυτή η αντίθεση αντιπαραθέτει το λαό που συμμαχεί με την προοδευτική εθνική αστική τάξη - που ενδιαφέρεται για την εθνική ανεξάρτητη ανάπτυξη, για την εκβιομηχάνιση και την επέκταση της εσωτερικής αγοράς - προς το βορειο-αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τους συνεταίρους του τούς μεγάλους γαιοκτήμονες (κατόχους λατιφούντιων φεουδαλικών).

2. Πρέπει λοιπόν να σχηματισθεί ένα εθνικο-δημοκρατικό μέτωπο μεταξύ των λαϊκών τάξεων (εργατών και χωρικών), τους μικροαστούς εθνικιστές και την προοδευτική αστική τάξη, μέτωπο του οποίου η συνηθισμένη πολιτική έκφραση είναι η εκλογική συμμαχία μεταξύ Κ.Κ. και των αστικών κομμάτων των θεωρουμένων σαν "πατριωτών".

3. Η λατινο-αμερικάνικη επανάσταση ευρίσκεται λοιπόν στο δημοκρατικό (αστικό) σταθμό και πρέπει να συμπληρωθεί με την εγκαθίδρυση μιας κυβέρνησης εθνικο-δημοκρατικής υποστηριζομένης από τις λαϊκές μάζες. Δεν υπάρχει κανείς λόγος εκ των προτέρων, αυτή η κυβέρνηση να μην πάρει την εξουσία, ύστερα από εκλογές, ή χάρη σε πραξικόπημα στρατιωτικών εθνικιστών.

4. Τα πρωταρχικά καθήκοντα αυτής της εθνικο-δημοκρατικής επανάστασης είναι η αγροτική μεταρρύθμιση, η απαλλοτρίωση των μεγάλων ξένων τράστ, η νομιμοποίηση των εργατικών κομμάτων, και μια εξωτερική πολιτική ανεξάρτητη (ουδετέρα).

5. Η πάλη των τάξεων μεταξύ του προλεταριάτου και των αστών είναι στον παρόντα επαναστατικό σταθμό, αντίθεση δευτερεύουσα. Δεν θα αποβεί πρωταρχική αντίθεση παρά στο σοσιαλιστικό σταθμό, που τοποθετείται σ΄ ένα μέλλον λίγο - πολύ μακρινό.

Μέσα σε έναν παρόμοιο προβληματισμό, είναι ολοφάνερο, ότι η ένοπλη πάλη και το αντάρτικο της αγροτιάς δεν είχαν θέση. Ησαν εντελώς έξω από το πεδίο ορατότητας το καθορισμένο απ΄ αυτή την αντίληψη, που μοιάζει από πολλές πλευρές με την αντίληψη που είχαν υποστηρίξει οι μενσεβίκοι πρό της Οχτωβριανής Επανάστασης: "Η "αυτοκριτική" του Λουϊ Κάρλος Πρέστες (γενικού γραμματέα του Κ.Κ. Βραζιλίας) συνταχθείσα τον Ιούνιο του 1959 μερικούς μήνες ύστερα από τη νίκη της επανάστασης στην Κούβα και στις παραμονές μιας δεκαετίας χτυπήματος ριζικού της ταξικής πάλης γενικά σ΄ όλη την ήπειρο και ιδιαίτερα στη Βραζιλία, αυτός ο Πάνγλωσσος δόκτωρ του "επίσημου μαρξισμού" έγραφε: "Είδαμε ότι, σαν αποτέλεσμα της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, η αντίθεση που οξυνόταν, όλο και περισσότερο, ήταν εκείνη που έφερνε σε αντίθεση το βραζιλιανό έθνος με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τους πράκτορές του στο εσωτερικό. Η αντίθεση αυτή είχε γίνει πρωταρχική και κυριαρχούσα, και καθόριζε το προτσές μετασχηματισμού στην τοποθέτηση των κοινωνικών δυνάμεων. Συνθήκες όλο και πιο ευνοϊκές για την ενοποίηση πλατειών δυνάμεων εναντίον του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, του κύριου εχθρού του έθνους, εμφανίζονταν. Αντικειμενικά, παράγοντες συσσωρεύονταν που οδηγούσαν στο σχηματισμό ενιαίου μετώπου εναντίον του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των πρακτόρων του του εσωτερικού, μετώπου που μπορεί να συγκεντρώνει το προλεταριάτο, τους χωρικούς, τους μικροαστούς της πόλης, τους μεγαλοαστούς, τους λατιφουντίστες, που έχουν αντιθέσεις με το βορειο-αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τους καπιταλιστές τους προσδεμένους με ιμπεριαλιστικές ομάδες αντίπαλες στα νορειο-αμερικάνικα μονοπώλια. (...)".

"Δεν φανήκαμε ικανοί να διακρίνουμε, στην ιστορικο-παγκόσμια πείρα της μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, τα ουσιώδη χαρακτηριστικά, τα ισχύοντα για όλες τις χώρες, και τις απόψεις τις ιδιαίτερες και μοναδικές των οποίων η επανάληψη δεν είναι υποχρεωτική έξω από τη ΡΩσσία. Ετσι εκρίναμε το δρόμο της ένοπλης πάλης σαν το μόνο παραδεκτό για τη βραζιλιανή επανάσταση, χωρίς να προσέξουμε ότι στις νέες συνθήκες της χώρας και του κόσμου, είχε φανεί η δυνατότητα η πραγματική ενός άλλου δρόμου: της ειρηνικής ανάπτυξης". (η υπογράμμιση από μάς. Μ.Λ.).

Α΄ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1. Η Εθνική Αστική Τάξη

Ο σκεπτικισμός του Τσέ σχετικά με μια "επαναστατική αστική τάξη" στην Λατινική Αμερική έχει τις πρώτες πηγές του στις συγκεντρωμένες εμπειρίες κατά το διάστημα πολυάριθμων ταξιδιών που έκανε στην ήπειρο από το 1951 ώς το 1956. Φαίνεται πώς δεν αποκόμισε ευνοϊκές εντυπώσεις ιδιαιτέρως από ότι είδε στη Βολιβία την "εθνικο-επαναστατική του 1953. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του τέως - Αργεντινού φίλου, Ρικάρντο Ρόζο, που τον είχε γνωρίσει στον Λά Πάζ, ο Τσέ φαίνεται πώς έκανε πάνω σ΄ αυτό το ακόλουθο καυστικό (και οξυδερκές) σχόλιο: "Αυτός ο Πάζ Εστενσόρο δεν είναι παρά ένας μεταρρυθμιστής που ραντίζει τους Ινδιάνους με ντί-τί-τί για να τους βγάλει τις ψείρες, μα δε λύνει το ουσιώδες πρόβλημα, την αιτία για τις ψείρες... Μια επανάσταση που δε φτάνει στις τελευταίες της συνέπειες είναι χαμένη". (σσ Στο Γκαμπίνι, ο Τσέ Γκουεβάρα, σελ. 79 - 80". Κατά τον Ρόζο, "Ο Περόν και ο Πάζ Εστενσόρο υπήρξαν για τον Τσέ παραδείγματα μιας αστικής τάξης που από έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό της, όχι ολιγότερο και από στενότητα αντιλήψεων και απουσίας ιστορικού αισθητηρίου, έμεινε μεσοστρατίς...". Ομοίως στη σελ. 80. Ας προσθέσουμε ότι στην έκκλησή του στους μεταλλωρύχους της Βολιβίας το 1967 ο Τσέ αναφέρει το βάλτωμα της βολιβιανής επανάστασης του 1952 σαν απόδειξη ότι, "στο θέμα των κοινωνικών επαναστάσεων, δεν υπάρχει θέση για μέσες λύσεις").

Αλλά, προφανώς, η ίδια η εμπειρία της Κούβας του έδειξε προπαντός, με διαύγεια καρτεσιαννή και διδακτική, το ρόλο της "αυτόχθονης" αστικής τάξης, που καταλαμβάνεται από πανικό στη θέα μιας επανάστασης που επιχειρεί ριζική αγροτική μεταρρύθμιση και την απαλλοτρίωση των ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων (δηλαδή των κλασσικών καθηκόντων, μιας δημοκρατικο-εθνικής επανάστασης) και καταλήγει να ευθυγραμμισθεί ως ένα βαθμό γρήγορα με την αντεπανάσταση. Θα βρούμε λοιπόν στα κείμενα του Τσέ αντίληψη ξεκάθαρη και στερημένη από αυταπάτες του καταστατικού και του ρόλου αυτής της λατινο-αμερικάνικης εθνικής αστικής τάξης, της οποίας υπογραμμίζει την πολιτικο-κοινωνική συμμαχία με τους μεγάλους γαιοκτήμονες-συμμαχία που αποτελεί την κυριαρχούσα ολιγαρχία στις περισσότερες χώρες της ηπείρου. Και τους δεσμούς της οικονομικούς, πολιτικούς, ιδεολογικούς και (Last But not least) στρατιωτικούς στενούς με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. (σσ Γουεβάρα, Πολιτικά Κείμενα: Ιδιαίτερα τα κεφάλαια "Η τακτική και στρατηγική της Λατινο-Αμερικάνικης Επανάστασης" και "Πολιτική Ανεξαρτησία και οικονομική ανεξαρτησία", Τόμος Α΄, σελ. 115, κ.ε. και σελ. 33 κ.έ., Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1970).

Αυτό δεν σημαίνει πώς δεν θα μπορεί να υπάρξουν δευτερεύουσες αντιθέσεις μεταξύ αυτής της τοπικής αστικής τάξης και των βορειο-αμερικάνικων τράστ. Αλλά σε τελευταία ανάλυση φοβάται περισσότερο τη λαϊκή επανάσταση παρά τη δεσποτική καταπίεση των ξένων μονοπωλίων που εξαποικιοποιούν την οικονομία. Για το λόγο αυτό "η μεγαλοαστική τάξη δε διστάζει να συμμαχήσει με τον ιμπεριαλισμό και τους γαιοκτήμονες (λατιφουντιστές) για να παλαίψει ενάντια στο λαό και να βάλει φραγμό στην πορεία προς την επανάσταση. (σσ Πολιτικά Κείμενα: "Κούβα" Μοναδική περίπτωση ή πρωτοπόρος στον αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού", Τόμος Α΄, σελ. 102, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1970). Η ανάλυση αυτή της συμπεριφοράς της λατινο-αμερικάνικης αστικής τάξης μοιάζει καταπληκτικά με την ανάλυση που έκανε ο Μάρξ το 1844 πάνω στη γερμανική αστική τάξη, που ήταν ήδη συντηρητική όταν ώφειλε να είναι προοδευτική, φοβιτσιάρα όταν ώφειλε να είναι τολμηρή, και που φοβότανε περισσότερο το λαό παρά τη φεουδαλική μοναρχία που ώφειλε να καταπολεμήσει - ανάλυση εξάλλου περίλαμπρα επιβεβαιωθείσα με τα γεγονότα της γερμανικής επανάστασης του 1848. (σσ Μάρξ: "Εισαγωγή στην κριτική της φιλοσοφίας του δικαίου του Χέγκελ", άρθρο των Γαλλογερμανικών Χρονικών, 1844).

Ο Τσέ Γκεβάρα είχε τέλεια καταλάβει πώς ένα 1789 λατινο-αμερικάνικο είχε γίνει απραγματοποίητο: στην εποχή της σοσιαλιστικής επανάστασης και της παγκόσμιας παρακμής του ιμπεριαλισμού, οι αστικές τάξεις, που αργά είχαν φτάσει στο προσκήνιο της ιστορίας, δεν μπορούν να αποτελέσουν παρά μια δύναμη βασικά συντηρητική. Αυτό γίνηκε ιδιαίτερα φανερό στη Λατινική Αμερική ύστερα από την επανάσταση της Κούβας που εξελαϊκευσε το πεδίο της πάλης των τάξεων: "Η κουβανέζικη επανάσταση έδωσε το σήμα κινδύνου, (...). Οι εθνικές αστικές τάξεις ενώθηκαν με τον ιμπεριαλισμό στη μεγάλη τους πλειοψηφία και θα ΄χουν την ίδια τύχη μ΄ αυτόν σ΄ όλες τις χώρες (...). Η πόλωσης των ανταγωνιστικών ταξικών αντιπάλων είναι τώρα πιό άγρια από την ανάπτυξη των αντιθέσεων μεταξύ εκμεταλλευτών για την μοιρασιά της λείας. Υπάρχουν δύο στρατόπεδα: η εναλλαγή είναι από φορά ως φορά πιό καθαρή για κάθε άτομο και για κάθε στρώμα του πληθυσμού". (σσ Πολιτικά Κείμενα: "Το Μαρξιστικο-Λενινιστικό Κόμμα", Τόμος Α΄, σελ. 201, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1970. Επίσης Πολιτικά Κείμενα, Τόμος Α΄, σελ. 113-165. Εκδ. Καρανάση. Μία ακριβής οικονομική επιχειρηματολογία υποστηρίζουσα τις θέσεις του Τσέ βρίσκεται στα έργα του μαρξιστή οικονομολόγου Αντρέβ Γκούντερ Φράνκ. Καπιταλισμός και υποανάπτυξη στη Λατινική Αμερική και η ανάπτυξη της υπο-ανάπτυξης, Εκδ. Μασπερό, Παρίσι.).

Ο Τσέ λοιπόν πείσθηκε ότι κατ΄ αντίθεση προς τη στρατηγική τη διατυμπανιζομένη από τα κομμουνιστικά κόμματα, οι λαϊκές δυνάμεις δεν έχουν κανένα συμφέρον να συνεργασθούν με τις αστικές τάξεις "υπολογιστικές και προδότριες" που καταστρέφουν τις δυνάμεις πάνω στις οποίες στηρίζονται για να φτάσουν στην εξουσία. Εξάλλου, όλο και περισσότερο κλίνει στην άποψη, να δώσει σ΄ αυτή τη διαγνωστική μια σημασία όχι μόνο ηπειρωτική μα παγκόσμια, διαπιστώνοντας εκείνο που ονομάζει ειρωνικά ο "νοτιο-εξαμερικανισμός" των ημι-αποικιακών χωρών της Αφρικής και της Ασίας, i.l. ήαναπτυσσόμενη ανάπτυξη μιας παρασιτικής αστικής τάξης που συσσωρεύει τεράστια κέρδη υπό τη σκιά του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου. (σσ Πολιτικά Κείμενα: "Λόγος στο Αλγέρι", Τόμος Α΄, σελ. 165-166, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1970).

Πάνω σ΄ αυτό, είναι πολύ πιθανόν, ο Τσέ να γνώριζε και να υιοθέτησε το βίαιο κατηγορητήριο του Φράντς Φανόν ενάντια στη διαφθορά της νέας αφρικανικής γραφειοκρατικής αστικής τάξης, στους Κολασμένους της Γής (βιβλίο που δημοσιεύθηκε στην Κούβα με ρητή παραγγελία του Τσέ). Υπάρχουν εξάλλου πολλά άλλα θέματα όπου βρίσκει κανείς αξιοσημείωτη συγγένεια μεταξύ της σκέψης του Φανόν και της σκέψης του Τσέ Γκεβάρα: ο επαναστατικός ρόλος της αγροτιάς, η σημασία της βίας των καταπιεζομένων η αντιιμπεριαλιστική ενότητα του τρίτου κόσμου, η αναζήτηση νέου προτύπου σοσιαλισμού, κλπ. Ο Τσέ έτρεφε πολύ ενδιαφέρον στο έργο του Φανόν και πάνω σ΄ αυτά είχε πολύωρες συνομιλίες με τη χήρα του, Γιοζί Φανόν, στο Αλγέρι. Είναι ακόμα δυνατόν η ανάγνωση του Φανόν να υπήρξε ένας από τους παράγοντες που του ενέπνευσαν το σχέδιο συμμετοχής του το 1965-66 στην ένοπλη πάλη στην Αφρική.

2. Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης

Αν δεν υπάρχει επαναστατική αστική τάξη, δύσκολα μπορεί να γίνει αστική επανάσταση: ο καθορισμός του χαρακτήρα της λατινο-αμερικάνικης επανάστασης είναι για τον Τσέ, στενά δεμένος με την ανάλυσή της για το ρόλο της αστικής τάξης. Μόνο μια σοσιαλιστική επανάσταση στηριγμένη στην εργατική και αγροτική συμμαχία μπορεί να εκπληρώσει τα δημοκρατικά καθήκοντα της λατινο-αμερικάνικης επανάστασης: την αγροτική μεταρρύθμιση, την εθνική απελευθέρωση, το ξεπέρασμα της υπο-ανάπτυξη. Μα τους σκοπούς αυτούς θα τους πραγματοποιήσει όχι από το δρόμο των αστών, αλλά με τις δικές της μεθόδους, με μεθόδους σοσιαλιστικές, εκ παραλλήλου με τα καθαυτό σοσιαλιστικά καθήκοντα: Πετρούπολις 1917-19, Κούβα 1959-1962...

Φαίνεται πώς ήδη στη Σιέρρα, ο Τσέ και μερικοί από τους αρχηγούς του αντάρτικου είχαν την διαίσθηση (ακόμα σκοτεινή και ακαθόριστη) για τη σοσιαλιστική ανέλιξη της επανάστασής τους: "Οι καλύτεροι από μάς ένιωθαν επιτακτικά την ανάγκη μιας αγροτικής μεταρρύθμισης και μιας ανατροπής του κοινωνικού συστήματος..."/ (σσ Τσέ Γκεβάρα: Αναμνήσεις, σελ. 156). Η εκ βάθρων ανακαινιστική δράση της επανάστασης ύστερα από την κατάληψη της εξουσίας το 1959 γίνεται σύμφωνα με τον κανόνα που ο Τσέ τον γνώριζε κατά βάθος: "Μια επανάσταση που δεν προάγεται συνεχώς, είναι επανάσταση που παλινδρομεί". (σσ Τσέ Γκεβάρα: Στρατιωτικά Κείμενα: "Να υποχρεωθεί η δικτατορία να πετάξει τη μάσκα", σελ. 214, Εκδ. Καρανάση 1972). Από τον Απρίλη του 1959 (Σε συνέντευξη μ΄ έναν Κινέζο δημοσιογράφο), ο Τσέ μιλούσε για τη Διαρκή Επανάσταση! Ελεγε τότε για "αδιάκοπη ανάπτυξη της επανάστασης" και για την ανάγκη κατάργησης του υφισταμένου "κοινωνικού συστήματος" και των "οικονομικών του θεμελίων". (σσ Εκλεκτά Εργα: Αμερικάνικη έκδοση, σελ. 372). Αυτή η ριζική ανακαίνιση πραγματοποιείται πρώτα με την ίδια την αγροτική μεταρρύθμιση που, σύμφωνα με τον Τσέ, διαφοροποιόταν από τις τρείς άλλες αγροτικές μεταρρυθμίσεις της Αμερικής (Μεξικού, Γουατεμάλας, Βολιβίας) χάρη στην ακλόνητη θέληση να την φέρει εις πέρας χωρίς κανενός είδους παραχωρήσεις. Και έπειτα με τους άλλους επαναστατικούς νόμους - την αστική επανάσταση, την απαλλοτρίωση των ξένων μονοπωλίων, την απαλλοτρίωση της μεγαλοαστικής κουβανέζικης τάξης - νόμους των οποίων η αλυσσωτή λογική πορεία μας οδηγεί από τον πρώτο στον τελευταίο, με μια προοδευτική και αναγκαία πορεία". (σσ Στρατιωτικά Κείμενα: Σελ. 161-164, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1972). Η λογική αυτή (συγχρόνως οικονομική, κοινωνική και πολιτική) είναι ακριβώς η λογική της διαρκούς επανάστασης (που γι΄ αυτήν μίλησαν ο Μάρξ, ο Λένιν και την επεξεργάστηκε ο Τρότσκι) που οδηγεί από τα δημοκρατικά καθήκοντα στα σοσιαλιστικά, από την πάλη κατά του ιμπεριαλισμού και των γαιοκτημόνων (λατιφουντιστών) στην πάλη κατά των αστών συμμάχων τους, από την πτώση του Μπατίστα την 1η Ιανουαρίου 1959 στην ανακήρυξη της σοσιαλιστικής επανάστασης την 1η του Μάη 1961.

Αυτή η "σταδιακή ανάπτυξη" της κουβανέζικης επανάστασης από επανάστασης ριζοσπαστικής δημοκρατικής σε επανάσταση σοσιαλιστική, θέτει προβλήματα μεθοδολογικά άλυτα για τη μηχανιστική και μενσεβικίζουσα αντίληψη των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων στη Λατινική Αμερική, για τα οποία η υπό ανάπτυξη, ο ημι-φεουδαλικός και ημι-αποικιακός χαρακτήρας της οικονομίας περιόριζε την επανάσταση στον "εθνικό δημοκρατικό σταθμό".

Στα μάτια του Τσέ, τίποτε δεν θα ήταν πιό γελοίο παρά το να "διακηρύττει κανείς όπως οι θεωρητικοί της 22ας Διεθνούς, ότι ο Τσέ συνέτριψε όλους τους νόμους της διαλεκτικής, του ιστορικού υλισμού, του μαρξισμού". Ενάντια προς μια τέτοια άποψη (ή μάλλον βλακεία) νεο-Καουτσκική, ο Τσέ επικαλείται ρητά τον Λένιν (του οποίου σημειώνει την περίφημη πολεμική στον μενσεβίκο ιστορικό Σουκανώφ) για να θέσει το πρόβλημα με τους σωστούς όρους του: Η Κούβα υπήρξε ένας από τους πιό αδύνατους κρίκους του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Γι΄ αυτό το λόγο οι επαναστατικές δυνάμεις στην Κούβα μπόρεσαν να κάμψουν τους σταθμούς και να "νομοθετήσουν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της επανάστασης". Η επαναστατική πρωτοπορία, από την επίδραση του μαρξισμού - λενινισμού υπήρξε ικανή να "εκβιάσει την πορεία των γεγονότων", "μέσα στα όρια του αντικειμενικά δυνατού". (σσ Πολιτικά Κείμενα: "Η σημασία του σοσιαλιστικού προγραμματισμού", Τόμος Β΄, σελ. 127, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1971).

Οτι ίσχυε, για την Κούβα δεν μπορεί επίσης να ισχύσει σε ηπειρωτική κλίμακα; Διαφορετικά ειπωμένο, η σοσιαλιστική επανάσταση δεν θα έμπαινε στην ημερήσια διάταξη σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική; Προς αυτό το συμπέρασμα βαδίζει η σκέψη του Τσέ, ευθύς μετά το 1961, και στο "μήνυμά του στους Αργεντινούς" το Μάη του 1962 μιλά ήδη ρητά για τη σοσιαλιστική επανάσταση σαν για τη μόνη σωστή λύση για την Αργεντινή και για όλη την ήπειρο. (σσ Τσέ Γκεβάρα: "Μήνυμα στους Αργεντινούς, στο Χριστιανισμός και Επανάσταση", Β. Αϊρες Οκτώβρης, σελ. 22.). Το 1963, στο Ανταρτοπόλεμος, μιά μέθοδος, καταδεικνύει το αλληλένδετο μεταξύ της αυξανόμενης κοινωνικής πόλωσης της Λατινικής Αμερικής και του χαρακτήρα της επανάστασης που διαφαίνεται στον ορίζοντα: η αντίφαση η πιό πιθανή ανταγωνιστική, αντίθεση μεταξύ εκμεταλλευτών και θυμάτων της εκμετάλλευσης "θα συντελέσει ώστε όταν οι οπλισμένες πρωτοπορείες των λαών καταλάβουν την εξουσία, θα εκμηδενίσουν στις χώρες τους, συγχρόνως και τους ιμπεριαλιστές και τους τοπικούς εκμεταλλευτές. Θα έχουν οριστικοποιήσει τον πρώτο σταθμό της σοσιαλιστικής επανάστασης". (σσ Στρατιωτικά Κείμενα: "Ο αγώνας θα είναι μακροχρόνιος κι αιματηρός". Επίσης, Πολιτικά Κείμενα: Τόμος Β΄, σελ. 84, Εκδ. Καρανάση, Αθήνα 1971).

Τέλος, στην "Πολιτική του Διαθήκη", στην επιστολή στην Τριηπειρωτική, ο Τσέ θέτει το ζήτημα με ορολογία απόλυτα σαφή, οξεία και ριζοσπαστική, σκάζοντας αμείλικτα στο πέρασμα όλες τις ποικιλόχρωμες και κενές σαπουνόφουσκες του λατινο-αμερικάνικου εθνικο-μεταρρυθμισμού: "Η πραγματική απελευθέρωση των λαών (...) θα πάρει αναπόφευκτα στην Αμερική τα χαρακτηριστικά σοσιαλιστικής επανάστασης (...). Οι εθνικές αστικές τάξεις δεν είναι πιά καθόλου ικανές να αντιταχθούν στον ιμπεριαλισμό - αν ήταν και ποτέ - και αποτελούν τώρα την οπισθοφυλακή του. Δεν υπάρχουν πιά για να γίνουν άλλες αλλαγές: ή σοσιαλιστική επανάσταση ή καρικατούρα επανάστασης". (σσ Πολιτικά Κείμενα: "Να δημιουργήσουμε δυό...τρία... πολυάριθμα Βιετνάμ", τομ. Β΄, σελ. 229-230, Εκδ. Καρανάση 1971).

Παίρνοντας αυτή τη θέση - που τοποθετείται στην πολιτική γραμμή των θέσεων του Απρίλη του Λένιν και της θεωρίας για Διαρκή Επανάσταση του Τρότσκι (σσ Η ταυτότητα μεταξύ των θέσεων του Τσέ πάνω στο χαρακτήρα της επανάστασης στη Λατινική Αμερική και της θεωρίας του Τρότσκι πάνω στη διαδοχική ανάπτυξη της δημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική στις αποικιακές και ημι-αποικιακές χώρες είναι αδιαμφισβήτητη. Υστερα από αυτό, είναι προφανές, ότι σχετικά με τους αντίστοιχους ρόλους των χωρικών και του προλεταριάτου στον επαναστατικό πόλεμο, οι απόψεις του Τσέ δεν ήσαν καθόλου οι ίδιες με του Τρότσκι) - Ο Τσέ συγκέντρωσε σε μια τολμηρή, διαβρωτική και εκρηκτική διατύπωση τον απολογισμό της ιστορικής εμπειρίας των λαϊκών αγώνων της ηπείρου και μαζί την ξεκάθαρη πρόγνωση των συνθηκών δυνατότητας για το απελευθερωτικό της μέλλον.

Ως ποιό σημείο αυτή η διατύπωση ισχύει επίσης για τις άλλες ηπείρους του τρίτου κόσμου; Ο Τσέ δεν εξέφρασε οριστική γνώμη πάνω σ΄ αυτό αλλά σε μιά συνέντευξη το Μάρτιο του 1965 στο Αλγέρι δήλωσε κατηγορηματικά: "Σοσιαλισμός ή νεοαποικισμός, ιδού τί παίζεται για ολόκληρη την Αφρική στη μάχη που διεξάγεται στο Κογκό σήμερα". (σσ "Τσέ, συνέντευξη της εφημερίδας Απελευθέρωση", G. Lavan, (εκσοδ.), Che Cuevara Speaks Crove Press, New York, 1968, σελ. 119). Είναι γνωστό εξάλλου ότι το 1965 ή το 1966 ο Τσέ έλαβε μέρος, στο πλευρό των ανταρτών υπό τον Γκαστόν Σουμιάλοτ, στις κογκολέζικες μάχες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου